Διαζύγιο και Παιδί


Γράφει η Ειρήνη Μάντη. Ψυχολόγος
Κέντρο "Προσέγγιση" (www.proseggisi.gr)



Το διαζύγιο, είναι μια απόφαση οδυνηρή και επίπονη για ένα ζευγάρι, το οποίο στην ουσία καλέιται να θέσει υπο αμφισβήτηση τις επιλογές και τις συνήθειες μιας ολόκληρης ζωής και να επιβάλλει μια αναδιοργάνωση της καθημερινότητας, που ειδικά τον πρώτο καιρό φέρνει μεγάλες δυσκολίες σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Είναι γεγονός ότι ακόμα και το ιδανικότερο διαζύγιο θα έχει αντίκτυπο σε όλους τους εμπλεκόμενους αλλά κυρίως στα παιδιά.  Πολλές φορές οι γονείς μέσα στην απελπισία τους και απασχολημένοι με όλες τις επικείμενες αλλαγές, ίσως να αγνοήσουν τα μηνύματα που τους στέλνουν τα παιδιά. Έτσι πολλές φορές τα παιδία υποφέρουν σιωπηλά ή μεγαλόφωνα, περιμένοντας πως κάποια στιγμή οι γονείς τους θα τα ακούσουν και θα τα καταλάβουν.

Έρευνες έχουν δείξει πως ένα διαζύγιο δεν έχει αναγκαστικά τις ίδιες επιπτώσεις σε όλα τα παιδιά. Μάλιστα υπολογίστηκε πως πάνω από το 60% των παιδιών που οι γονείς τους ήταν διαζευγεμένοι δεν επηρεάστηκε ουσιαστικά από αυτό. Στο υπόλοιπο όμως ποσοστό παιδιών διαπιστώθηκε πως οι επιπτώσεις του διαζυγίου στον ψυχισμό τους ήταν αρκετά σοβαρές. Οι ειδικοί παράγοντες που καθιστούν πολύ πιθανότερο τον ψυχικό τραυματισμό του παιδιού μετά από ένα διαζύγιο είναι:

Η αλλαγή ποιότητας των σχέσεων του παιδιού με κάθε γονιό χωριστά μετά το διαζύγιο.
Η παραμέληση του παιδιού κατά τη διάρκεια του διαζυγίου, ή και μετά, από τους ενήλικες γύρω του.
Η μετάθεση των αρνητικών συναισθημάτων του πληγωμένου γονέα στο παιδί με αποτέλεσμα να γίνονται ξεσπάσματα θυμού προς το παιδί.
Η χρησιμοποίηση του παιδιού ως μέσου διαμάχης μεταξύ των γονιών του.
Η συνεχής υποτίμηση του απομακρυσμένου γονιού από το γονιό που έχει την επιμέλεια. Σε αυτή τη διαδικασία εμπλέκεται συνήθως και το ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον, κ.α.
Από την άλλη μεριά έχουν αναφερθεί κάποιοι παράγοντες που φαίνεται να προστατεύουν τα παιδιά από την εμφάνιση ψυχοπαθολογίας και αυτοί είναι:

Η ενθάρρυνση του παιδιού να εκφράσει τα συναισθήματά του και να «θρηνήσει» το γονιό που απουσιάζει
Η δυνατότητα του παιδιού για συνεχή, απρόσκοπτη επαφή με τον απόντα γονιό και η πραγματοποίησή της όποτε εκείνο την επιθυμεί.
Παρόλ’ αυτά κάθε παιδί θα αντιδράσει τελείως διαφορετικά σε ένα διαζύγιο και αυτό εξαρτάται από πλήθος άλλων παραγόντων όπως από την προσωπικότητά του και την ιδιοσυγκρασία του, από την ηλικία του, τη θέση που κατέχει στη σειρά των αδελφών (πρωτότοκος, δευτερότοκος, μοναχοπαίδι), την σχέση που είχε με τον γονιό που θα φύγει κ.α. Αυτό που είναι όμως σίγουρο, είναι ότι όλα τα παιδιά θα βιώσουν έντονα το αίσθημα της απώλειας, και συχνά, ειδικά στις αρχές,  παρατηρούμε κάποιες κοινές ψυχολογικές αντιδράσεις, ανάλογα με την ηλικία τους, που είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι γονείς πριν κάνουν την σχετική ανακοίνωση.

Τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας (2,5 – 6 ετών) έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τους γονείς τους καθώς είναι αυτοί με τους οποίους αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια. Σε αυτή την ηλικία λοιπόν που ο κόσμος του παιδιού περιστρέφεται κυρίως γύρω από τους γονείς του, είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουν ότι «η μαμά και ο μπαμπάς δεν ζουν πια μαζί» και ακόμα δυσκολότερο να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους έγινε αυτό. Για τον λόγο αυτό  αρχικά μπορεί να αντιδράσουν με δάκρυα και θυμό και αργότερα με στάδια έντονης σιωπής, σε σημείο αδιαφορίας. Κάποια από τα συνήθη συμπτώματα μετά την ανακοίνωση ενός διαζυγίου σε παιδί προσχολικής ηλικίας είναι διαταραχές στον ύπνο, στο φαγητό, επιθετικότητα, φοβίες, παλινδρόμηση σε προηγούμενες αναπτυξιακές συμπεριφορές και αυξημένη προσκόλληση στον ένα γονέα. Γενικά, υποστηρίζεται πως όσο μικρότερο είναι το παιδί τόσο πιθανότερο είναι να νιώθει το ίδιο ενοχές για το διαζύγιο και να νομίζει εσφαλμένα ότι επειδή ήταν «άτακτο» ή κούραζε τους γονείς του, φταίει που φεύγει ο ένας από τους δυο.

Τα παιδιά της σχολικής ηλικίας (7-11 ετών),  από την άλλη είναι πιο ενήμερα για το τί είναι διαζύγιο και μπορεί να κατανοήσουν ευκολότερα τί σημαίνει αυτή η απόφαση. Όμως είναι και πάλι πολύ δύσκολο να δεχτούν το γεγονός ότι οι γονείς χωρίζουν γιατί δεν αγαπιούνται πια. Κάποιες από τις πιο συνήθεις αντιδράσεις σε αυτή την ηλικία είναι το άγχος, η ευερεθιστότητα, η θλίψη και ο έντονος θυμός, η αδυναμία συγκέντρωσης και η παραμέληση των μαθημάτων τους με μεγαλύτερη διάρκεια των συμπτωμάτων στα αγόρια.

Οι έφηβοι συνήθως όντας εκ φύσεως εναντίον των συμβιβασμών, είναι πιθανό, ειδικά σε περιπτώσεις που προϋπήρχαν έντονες συγκρούσεις μεταξύ των γονέων να δεχτούν το διαζύγιο ως μια λύση και να μην το θεωρήσουν παράλογο. Παρ’όλα αυτά ένα διαζύγιο δεν παύει να είναι ένα τραυματικό γεγονος καθώς η οικόγενειά τους δεν θα ξαναπάρει την μορφή που ήξεραν. Η πιο συνήθης αντίδραση είναι η αποστασιωποίηση και η απόσυρση. Οι έφηβοι λοιπόν μπορεί να δίνουν την εντύπωση ότι απομακρύνονται από την οικογενειακή ζωή και καταφεύγουν σε φίλους, είναι όμως αρκετές οι φορές που παρουσιάζουν καταθλιπτικά συμτώματα, διαταραχές πρόσληψης τροφής, αντικοινωνική συμπεριφορά και άγχος για το μέλλον τους.

Μερικές αναμενόμενες και τυπικές αντιδράσεις των παιδιών στη φάση του διαζυγίου είναι:

Άρνηση
«Δεν θα χωρίσουν.»  «Απλά ο μπαμπάς θα μένει στο διπλανό σπίτι.»  «Σε λίγο θα είμαστε πάλι μαζί.»

Φόβος Εγκατάλειψης
Μερικά παιδιά αισθάνονται ότι όταν οι γονείς τους χωρίσουν δεν θα υπάρχει κανείς να τα φροντίζει και να τα νοιάζεται. Στενοχωριούνται για τη δική τους ή την ασφάλεια άλλων, εκφράζουν φόβους για την υγεία τους και για το ποιος θα τα προσέχει / φροντίζει στο μέλλον, είναι πολύ γκρινιάρικα, και αναζητούν συνεχώς προσοχή και διαβεβαίωση ότι όλα είναι εντάξει.

Θυμός και επιθετικότητα
Τα παιδιά μπορεί να εκφράσουν επιθετικότητα και θυμό απέναντι στα αδέλφια, τους συνομήλικους, τους συγγενείς ή τους γονείς (ιδιαίτερα ενάντια στο γονιό στον οποίο το παιδί καταλογίζει το φταίξιμο). Ακόμη μπορεί να παρουσιάσουν πτώση στις σχολικές επιδόσεις ή να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν το διαζύγιο για να ασκήσουν εξουσία και να διεκδικήσουν δικαιώματα.

Λύπη
Μπορεί να φαίνονται λυπημένα συνεχώς ή κατά διαστήματα, να κλαίνε, να είναι κουρασμένα ή υπερκινητικά ή αποσυρμένα.

Ενοχή
Συχνά αισθάνονται ότι φταίνε αυτά για τις συγκρούσεις των γονιών τους. Μπορεί να πιστεύουν ότι στη ρίζα των γονικών συγκρούσεων βρίσκονται κάποια δικά τους λάθη. Αυτή η πεποίθηση ενισχύεται ιδιαίτερα όταν οι γονείς συγκρούονται μπροστά στα παιδιά και μάλιστα με αφορμή την αντιμετώπιση των προκλητικών συμπεριφορών των παιδιών.

Αλλαγές ύπνου-υγείας
Υπνηλία, διαταραχή του ύπνου ή της διατροφής, τάσεις απομόνωσης, άσχημα όνειρα, φόβος να κοιμηθούνε μόνα τους.

Παλινδρόμηση
Επιστρέφουν σε προηγούμενο στάδιο λειτουργικότητας: – ζητάνε κάποιο αγαπημένο αντικείμενο για να κοιμηθούν, πχ κουβέρτα, αρκουδάκι, πιπίλα κλπ μετά από κάποιο διάστημα που δεν το χρειαζότανε, ‘βρέχονται’ την νύχτα κλπ. Αυτά συνήθως υποχωρούν με αρκετή διαβεβαίωση, και χωρίς κατηγορίες και κριτική.

Υπερωριμότητα
Σε κάποιες περιπτώσεις φέρονται σαν να είναι ενήλικες, κρύβουν τη λύπη τους ώστε να ανακουφίσουν και να παρηγορήσουν τον/την γονιό (‘ντάντεμα’ του αδύνατου γονιού).

Ανασφάλεια 
Κρέμονται συνεχώς από τον/την γονιό, αρνούνται να πάνε στο σχολείο, έχουν αυξημένα κτητικότητα για ανθρώπους, ζώα και αντικείμενα, τραβάνε τα πράγματα στα όριά τους και ελέγχουν τα όρια που θέτουν οι γονείς, ειδικά όταν πάνε από το σπίτι του/της ενός γονιού στο σπίτι του/της άλλης, αναζητούνε υποκατάστατα των γονιών (παππούς, γιαγιά κλπ) για ανακούφιση.

Προσπάθειες συμφιλίωσης-εναντίωσης
Ακόμη μπορεί να αρνούνται να αλλάξουν σπίτι τις μέρες που ορίζει ο διακανονισμός ή να αρνούνται με κάθε τρόπο να μιλήσουν ή συναντήσουν τον ένα από τους δύο γονείς. Μπορεί ακόμα να συμμαχήσουν με τον «αδύνατο» ή «αδικημένο» γονιό και να εναντιώνονται, να κακολογούν ή να απορρίπτουν τον άλλο.